Перевод: с немецкого на все языки
κλοπεὺς ὅπως γενήσει τῶν ἀνικήτων ὅπλων
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
κλοπεύς — κλοπεύς, ὁ (AM) κλέφτης («κλοπεὺς ὅπως γενήσει τῶν ἀνικήτων ὅπλων», Σοφ.) αρχ. αυτός που ενεργεί κρυφά ή δόλια («φιλεῖ δ ὁ θυμὸς πρόσθεν ᾑρῆσθαι κλοπεὶς τῶν μηδὲν ὀρθῶς ἐν σκότῳ τεχνωμένων», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κλοπός ή < κλοπή] … Dictionary of Greek